Τα χάνια στο δρόμο Τρίπολης-Σπάρτης (γύρω στο 1900)

Image

Το ερέθισμα γι’αυτό το πρόχειρο σημείωμα ήταν η κοινοποίηση μιας παλιάς φωτογραφίας από τον Γιώργο Γιαξόγλου και η προτροπή του να βρούμε στοιχεία για τα παλιά χάνια. Η, δημοσιευμένη το 1903, φωτογραφία (πρόκειται για μια στερεοσκοπική φωτογραφία, που έδινε δηλαδή μια τρισδιάστατη εντύπωση) εικονίζει μάλλον το Χάνι του Μπακούρου (αν και, ίσως από κάποια παρανάγνωση, στη λεζάντα αναφέρεται ως χάνι του «Bachouni»). Στον χάρτη που δημοσίευσε ο William Loring το 1895, έναν από τους καλύτερους χάρτες για την περιοχή, μπορούμε να τα δούμε τα χάνια που υπήρχαν τότε πάνω στο δρόμο Τρίπολης-Σπάρτης, όχι μόνο εκείνα που λειτουργούσαν αλλά και εκείνα που είχαν ερειπώσει.

Image

Τα χάνια αναφέρονται επίσης στην (αγγλική) έκδοση του οδηγού Baedeker του 1905. Εκεί διαβάζουμε ότι το «καινούργιο Χάνι του Μπακούρου» βρίσκεται σε 3 ¾ ώρες απόσταση από την Τρίπολη, στο σημείο όπου ο παλιός μουλαρόδρομος συναντούσε τον καινούργιο (τότε) αμαξιτό δρόμο, και ότι οι άμαξες συνήθιζαν να σταματάνε σ’αυτό το χάνι. Η Αράχοβα, σύμφωνα πάντα με τον Baedeker, είναι σε απόσταση τριών ωρών, νοτιοανατολικά, από το Χάνι του Μπακούρου. 25 λεπτά βορειότερα, στον παλιό μουλαρόδρομο, πάνω σε μια καμπή του Σαρανταπόταμου, βρισκόταν το ερειπωμένο πλέον, Χάνι της Κρύας Βρύσης.

Μία ώρα πιο κάτω ο δρόμος (που συνέπιπτε πλέον με τον μουλαρόδρομο) έφτανε στο Χάνι της Κόκκινης Λούτσας, που ονομαζόταν έτσι από την μικρή πεδιάδα με το κόκκινο έδαφος. Ύστερα από ακόμα μία ώρα ο αμαξιτός δρόμος και ο μουλαρόδρομος χώριζαν και μισή ώρα μετά, λέει ο οδηγός, «αντικρίζουμε τον Ταΰγετο». Μισή ώρα πιο κάτω ήταν το Χάνι του Δημήτριου Λουκή (στο οποίο μπορούσες και να διανυκτερεύσεις) και, άλλες δυο ώρες από εκεί, το Χάνι του Βουρλιά, που ήταν το πιο διάσημο στον 19ο αιώνα. Εδώ σταμάταγαν όλοι οι ταξιδιώτες για να ξεκουραστούν αλλά και για να απολαύσουν την πρώτη ανοιχτή θέα της κοιλάδας του Ευρώτα και του Ταΰγετου. (Ίσως να είναι αυτό που βλέπουμε στην πιο κάτω φωτογραφία του Fred Boissonas.)

Image

Στο χάρτη του Loring σημειώνεται ακόμα (λίγο πάνω από τον Βουρλιά, στον παλιό μουλαρόδρομο) το Χάνι του Κρεβατά, επίσης περίφημο κάποτε, αλλά ερειπωμένο κι αυτό τότε.

Μετά το Χάνι του Βουρλιά, ο παλιός δρόμος κατέβαινε προς τον Ευρώτα για βρει την Γέφυρα του Κόπανου (για την οποία ο οδηγός Baedeker του 1905 μιλάει σαν να στέκει ακόμα, ενώ είχε γκρεμιστεί, προφανώς γιατί ο συγγραφέας του είχε ταξιδέψει πριν το 1902). Ο νέος δρόμος ακολουθούσε, ήδη από τότε, άλλη διαδρομή, περνώντας την γέφυρα της Κελεφίνας και τον Ευρώτα από την γνωστή μας σιδερένια γέφυρα, που στέκει ακόμα (περιμένοντας να της δοθεί κάποια προσοχή).

1833: Ο Ευρώτας στην πρώτη σελίδα

Image

Αυτό είναι το πρωτοσέλιδο του αγγλικού περιοδικού The Penny Magazine, της 3ης Αυγούστου του 1833. Η εικόνα με την παλιά γέφυρα του Ευρώτα είναι «κλεμμένη» από το χαρακτικό του Stackelberg, που είχε πρόσφατα κυκλοφορήσει στη Γαλλία (μπορείτε να το δείτε εδώ). Δεν πρέπει να παραχωρήθηκε από τον Stackelberg, καθώς πουθενά δεν αναφέρεται το όνομά του, αλλά θα αντιγράφηκε από κάποιον Βρετανό χαράκτη.  Συνέχεια

«Ήταν ένας κήπος», τραγούδι του Ζωρζ Μουστακί

«Ήταν ένας κήπος», τραγούδι του Ζωρζ Μουστακί

«Il y avait un jardin», ένα τραγούδι του Ζωρζ Μουστακί, που πέθανε χθες, 23 Μάη, και μιλάει για τη γη που χάνουμε. Στο συγκεκριμένο βίντεο οι εικόνες είναι από ένα ποτάμι στο Κεμπέκ του Καναδά. Μας δίνουν μια ιδέα για το πώς θα μπορούσε να ήταν και ο Ευρώτας.

Στη συνέχεια μια μετάφραση των στίχων: Συνέχεια

«Η Ελένη στο μουσείο της Σπάρτης» του Μωρίς Μπαρρές (1906)

Eleni-Dioskouri

Μία τις στήλες με τους Διόσκουρους και την Ελένη που βρίσκονται στο Μουσείο της Σπάρτης

«Μέσα στο φτωχικό μουσείο της Σπάρτης, πάνω σε πολλά ανάγλυφα, βλέπουμε τους Διόσκουρους. Συνήθως κρατάνε τα άλογά τους από τα χαλινάρια. Μερικές φορές είναι όρθιοι, γυμνοί, με τους σκούφους των μάγων. Στηρίζονται πάνω στις λόγχες τους. Ανάμεσά τους έχουν την αδελφή τους την Ελένη, να φοράει στο κεφάλι έναν πλατύ πώλο, άκαμπτη, σε στάση αρχαϊκού ειδώλου. Στα χέρια της είναι άραγε κοσμήματα; Ή μήπως είναι μια σπασμένη αλυσίδα; Θλιμμένη ανάμεσα στους δύο άνδρες, ακατάληπτη και ίσως δέσμια, μου στέλνει μέσα από εκείνα τα βάθη των αιώνων χίλια αισθήματα θλίψης, φόβου και επιθυμίας.

Νάτην λοιπόν, μικρή βάρκα, προτού μπει μέσα στη βαθιά θάλασσα…

Αυτή η Ελένη, κλεισμένη μέσα στο ασιατικό της περίβλημα, είναι το άνθος της μανόλιας που είναι ακόμα κλειστό και πρέπει, την επόμενη αυγή, να ανοίξει και να μεταμορφωθεί. Όμως αυτή η τραχιά Ελένη του μουσείου περιέχει καλύτερα τα χρώματα και τα αρώματα ενός θαυμαστού ροδόδενδρου. Από τα τείχη της Τροίας έχει δει τις μάχες, των οποίων αποτελούσε το έπαθλο. Τι σιωπή! Τι απόμακρο βλέμμα! Οι κορφές του Ταΰγετου και οι πολεμικές του επάλξεις ρίχνουν τη σκιά τους πάνω σ’αυτήν την αρχέγονη Ελένη.

Παρότι αγγίζει παντού τις καρδιές, μη νομίσετε ότι η Τυνδαρίδα ανήκει σε όλα τα τοπία. Είναι γέννημα αυτής της κοιλάδας του Ευρώτα και του Ταΰγετου. Μάταια συνεχίζει, μέσα στους αιώνες, τη μεγάλη της περιπέτεια, ο θρύλος της διατηρεί τη μορφή αυτών των αξέχαστων μοντέλων, και μόνο μέσα σε αυτό το ηρωικό περιβάλλον η ηδυπάθειά της αποκτά όλη της την ισχύ.»

Απόσπασμα από Το ταξίδι της Σπάρτης του Μωρίς Μπαρρές. Γάλλος συγγραφέας, πολύ διάσημος στην εποχή του, ο Μπαρρές ταξίδεψε στη Σπάρτη την Άνοιξη του 1900.

(Maurice Barrès, Le Voyage de Sparte, Παρίσι: 1906)

Η γέφυρα του Ευρώτα το 1813, ζωγραφισμένη από τον Stackelberg

1813 Stackelberg LA GRECE L'Eurotas (Gefyra) 1

Ο Stackelberg έφτασε στο Μιστρά, στις 21 Ιουνίου του 1813,αφού διέσχισε τη Λαγκάδα του Ταϋγέτου. Έμεινε δέκα μέρες, που τις πέρασε ζωγραφίζοντας μεγάλα πανοραμικά τοπία της περιοχής της Σπάρτης. Την 1η Ιουλίου, αφού έκανε «ένα αναζωογονητικό μπάνιο στα υπέροχα καθαρά νερά του γραφικού Ευρώτα», αναχώρησε για την Τριπολιτσά. Φτάνοντας στη γέφυρα «του Κόπανου», που έστεκε όρθια μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, ζωγράφισε αυτήν εδώ την άποψη. Ο βαρόνος Otto Magnus Stackelberg (1786-1837) είχε γεννηθεί στο Ταλίν της Εσθονίας και είχε σπουδάσει στη Γερμανία. Η αριστοκρατική οικογένειά του τον προόριζε για διπλωμάτη, αλλά όταν πήγε στην Ιταλία κατάλαβε ότι αυτό που ήθελε ήταν να ταξιδεύει, να ζωγραφίζει και να λατρεύει την τέχνη και την φύση. Το χαρακτικό του Ευρώτα περιλαμβάνεται στον μνημειώδη τόμο, με τίτλο La Grèce, που εξέδωσε το 1830-1834 στο Παρίσι. Συνοδεύεται από το εξής κείμενο: Συνέχεια

Ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι ζωγράφισε τον Ευρώτα;

Image

Ναι! Εδώ βλέπουμε τον Ευρώτα όπως απεικονίζεται στον πίνακα «Η Λήδα και ο Κύκνος» του Λεονάρντο Ντα Βίντσι. Για την ακρίβεια, βέβαια, πρόκειται για ένα αντίγραφο (ένα από τα πολλά ) του έργου, ζωγραφισμένο από έναν μαθητή του ζωγράφου γύρω στο 1510-1515, που βρίσκεται στην Πινακοθήκη Μποργκέζε στη Ρώμη. Ο πρωτότυπος πίνακας, ένας από τους πιο περίφημους του Λεονάρντο, είναι σήμερα χαμένος. Πιθανώς να καταστράφηκε επίτηδες, λόγω του «άσεμνου» χαρακτήρα του. Τον γνωρίζουμε όμως από τα πάρα πολλά αντίγραφά του, αλλά και από προσχέδια του ίδιου του Ντα Βίντσι. (Μπορείτε να δείτε εδώ ολόκληρο τον πίνακα σε υψηλή ανάλυση)

«Η Λήδα και ο Κύκνος» υπήρξε, από την Αναγέννηση και μετά, ένα από τα πιο δημοφιλή θέματα των ζωγράφων, και ο λόγος ήταν ότι τους έδινε την ευκαιρία να φτιάξουν πολύ αισθησιακούς πίνακες, να απεικονίσουν όχι μόνο το γυμνό γυναικείο σώμα αλλά, κατά κάποιον τρόπο, και την ίδια την ερωτική πράξη. Και το σκηνικό είναι το –φανταστικό βέβαια–  τοπίο του Ευρώτα, εκεί όπου ο μεταμφιεσμένος σε Κύκνο Δίας βρήκε τη γυναίκα του βασιλιά της Σπάρτης, ενώθηκε μαζί της για να γεννηθούν η θεϊκή Ελένη και οι δίδυμοι γιοι του Δία, οι Διόσκουροι.

Ο Ευρώτας το Μάη (όπως τον περιέγραψε ο Εντμόν Αμπού το 1852)

Félix-Henri Giacomotti, Edmond About,  1858

Félix-Henri Giacomotti, Edmond About, 1858

Ήταν τέτοια εποχή, μέσα Μάη του 1852, όταν έφτασαν στον Ευρώτα τρεις νεαροί φίλοι που έκαναν το ταξίδι από την Αθήνα στη Σπάρτη. Ο ένας ήταν ο Εντμόν Αμπού (Edmond About, 1828-1885), σημαντικός συγγραφέας και δημοσιογράφος των μέσων του 19ου αιώνα, υπότροφος της, νεοϊδρυθείσας τότε, Γαλλικής Σχολής Aθηνών. Τις εμπειρίες του κατέγραψε στα βιβλία του Η Σύγχρονη Ελλάδα (La Grèce contemporaine, 1854) και Ο βασιλεύς των ορέων (Le roi des montagnes, 1856), που γνώρισαν μεγάλη επιτυχία, αλλά προκάλεσαν –ειδικά το δεύτερο– αντιδράσεις τότε στην Ελλάδα για τον ειρωνικό τρόπο με τον οποίο αντιμετώπιζαν πολλές όψεις της χώρας. Μαζί του ήταν ο αρχιτέκτονας Charles Garnier και ο ζωγράφος Alfred de Curzon, υπότροφοι τότε της αντίστοιχης Γαλλικής Σχολής, της Ρώμης, Θα αναφερθούμε μια άλλη φορά σ’αυτούς, ας δούμε τώρα την περιγραφή του Αμπού:

About,exof

«Ο Ευρώτας είναι το πιο όμορφο ποτάμι του Μοριά. Δεν θα πω ότι μπορείς να ρίξεις μέσα ατμόπλοια, ούτε ακόμα και βάρκες με κουπιά, όμως είναι ένα αληθινό ποτάμι, όπου βρίσκεις νερό όλες τις εποχές.

Συνέχεια