Το πέρασμα του Ευρώτα: μια ιστορία του γεφυριού του Κόπανου μέσα από αφηγήσεις και απεικονίσεις των περιηγητών

WP_20150402_166

Αυτό είναι το κείμενο μιας ομιλίας για το Γεφύρι του Κόπανου που έγινε στη Σπάρτη στις 7 Νοεμβρίου του 2015. Στηρίζεται σε πηγές, κείμενα και εικόνες, που συγκέντρωνα με κόπο επί πολλά χρόνια. Μερικές από αυτές ήταν εντελώς άγνωστες και παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά -όπως η παραπάνω αρχιτεκτονική απεικόνιση του γεφυριού από το 1780, που φωτογράφησα στο αρχείο του Μουσείου του Λούβρου. Η ομιλία έγινε στο πλαίσιο της ημερίδας που είχε οργανώσει ο Πολιτιστικός Σύλλογος του Καραβά, του χωριού που βρίσκεται κοντά στο, γκρεμισμένο σήμερα, μνημείο. Πρωτοβουλία αξιέπαινη, όπως και ο καθαρισμός του σωζόμενου τμήματος του γεφυριού. Γι’αυτό και ανταποκρίθηκα πρόθυμα όταν με κάλεσαν να συμμετάσχω. Το ίδιο και όταν μου ζητήθηκε το κείμενό της ομιλίας και οι εικόνες για έκδοση.

Χάρηκα όταν έμαθα ότι ο Σύλλογος του Καραβά εξέδωσε τα πρακτικά της ημερίδας -αν και παραξενεύτηκα κάπως που δεν μου είχε σταλεί κάποιο δοκίμιο για διόρθωση, όπως συνηθίζεται. Όταν όμως πήρα στα χέρια μου τον μικρό τόμο, με περίμενε μια δυσάρεστη έκπληξη: το κείμενό μου είχε περικοπεί. Για την ακρίβεια, έχει αφαιρεθεί ολόκληρος σχεδόν ο επίλογος (από το: «Οι γέφυρες σε όλο τον κόσμο θεωρούνται πολύ σημαντικά μνημεία…»). Χωρίς να ερωτηθώ, ή έστω να ενημερωθώ. Μια θλιβερή και ανόητη λογοκρισία, για να μην δυσαρεστηθούν κάποιες, ακόμα πιο θλιβερές και ανόητες, τοπικές εξουσίες.

Ας είναι. Δημοσιεύω εδώ το πλήρες κείμενό μου, με τις απαραίτητες μικροδιορθώσεις και μαζί με την εικονογράφησή του, που το διαδίκτυο επιτρέπει να απολαύσετε καλύτερα.

Παρασκευάς Ματάλας

* * *

Το πέρασμα του Ευρώτα: μια ιστορία του γεφυριού του Κόπανου μέσα από αφηγήσεις και απεικονίσεις των περιηγητών

Πριν από αρκετά χρόνια περίμενα στη Σπάρτη έναν καλό φίλο που ερχόταν από την Αθήνα, τον Λεωνίδα Εμπειρίκο, έναν από τους καλύτερους γνώστες της Ελλάδας. Αργούσε να φτάσει, και όταν τον αναζήτησα για να μάθω το λόγο, μου απάντησε ότι προσπαθούσε μάταια να εντοπίσει το περίφημο Γεφύρι του Κόπανου. Ούτε κι εγώ ήξερα την ακριβή θέση του, και στα επόμενα χρόνια βάλθηκα να το βρω· τελικά τα κατάφερα χάρη στη βοήθεια του Κώστα Πενταφρόνιμου. Και από τότε άρχισα να συγκεντρώνω αναφορές, εικόνες και κείμενα γι’αυτό το γεφύρι, κυρίως μαρτυρίες και απεικονίσεις περιηγητών. Χάρηκα πολύ που ο σύλλογος του Καραβά πήρε αυτή την πρωτοβουλία, δίνοντάς μου και την ευκαιρία να παρουσιάσω συγκεντρωμένα κάποια από αυτά.

REISINGER 1923 Gefyra Eurota

1. Η μοναδική γνωστή φωτογραφία του γεφυριού του Κόπανου πριν την κατάρρευσή του. Έχει δημοσιευτεί στο:  Ernst Reisinger, Griechenland. Schilderungen deutscher reisender. In zweiter, veränderter Auflage herausgegeben. Mit 90 Bildtafeln, davon 62 nach Aufnahmen der Preußischen Meßbildanstalt, Leipzig: Insel-Verlag, 1923 (πρώτη έκδοση 1916).

Αυτό που κυρίως θέλω εδώ να δείξω είναι η, ξεχασμένη σήμερα, σημασία αυτού του γεφυριού. Δεν είναι μόνο η αρχιτεκτονική του αξία και η σημασία του για την οικονομία και την κοινωνική ζωή της περιοχής. Το γεφύρι αυτό βρισκόταν πάνω στο βασικό πέρασμα των Ευρωπαίων ταξιδιωτών που πήγαιναν στο Μιστρά ή τη Σπάρτη, την εποχή ακριβώς που αυτοί ανακάλυπταν την Ελλάδα. Σημάδευε την είσοδό τους στο, για εκείνη την εποχή, άγνωστο, μακρινό και μυθικό τοπίο της Σπάρτης, που τόσο λαχταρούσαν να δουν. Ήταν και το σημείο όπου συναντούσαν για πρώτη φορά ένα ποτάμι με επίσης μυθικό γι’αυτούς όνομα, τον Ευρώτα. Χτισμένο σε ένα από τα πιο στενά σημεία της κοιλάδας του, ανάμεσα σε απότομα βράχια και πυκνή βλάστηση, με την παράξενα -για τη δυτική Ευρώπη- ψηλή του καμάρα, δημιουργούσε μια γραφική και πολύ χαρακτηριστική εικόνα που πολλοί αποτύπωσαν, και που έγινε κατά κάποιον τρόπο η εικόνα του ίδιου του ποταμού.

2. JOCHMUS Laconia-Cynouria

2. Χάρτης της περιοχής σχεδιασμένος το 1834 από τον A. Jochmus (λεπτομέρεια)

Τη θέση του γεφυριού σε σχέση με τους δρόμους που εξυπηρετούσε μπορούμε να τη δούμε σε έναν χάρτη (εικ. 2) που σχεδιάστηκε το 1834, έναν από τους πιο παλιούς αλλά και αξιόπιστους χάρτες που έχουμε για την περιοχή. Είναι σχεδιασμένος από τον August Giacomo Jochmus, έναν Γερμανό στρατιωτικό που το 1834 ήρθε και έμεινε στη Μαγούλα μαζί με τον αρχαιολόγο Ludwig Ross, έχοντας αναλάβει να ερευνήσουν και να αποτυπώσουν τον χώρο όπου θα ιδρυόταν η νέα πόλη της Σπάρτης. Όπως αναφέρει ο Ross, ο Jochmus είναι αυτός που έκανε τα πρώτα σχέδια της πόλης (δεν ξέρουμε μέχρι ποιο σημείο), πάνω στα οποία βασίστηκε το γνωστό σχέδιο του Stauffert.  Στον χάρτη[1] σημειώνεται το γεφύρι, ως «Bridge of Copana», να συνδέει τον δρόμο που έρχεται από βόρεια, από τον Βουρλιά (Σελλασία), με τον δρόμο που συνεχίζει στην δυτική όχθη του Ευρώτα, προς τον Μιστρά και τα ερείπια (τότε) της αρχαίας Σπάρτης. Βρισκόταν δηλαδή πάνω στον βασικό δρόμο που ένωνε την Τριπολιτσά με το Μιστρά -και τη Σπάρτη μετά την ίδρυσή της το 1834.

Όσον αφορά το ερώτημα του πότε κατασκευάσθηκε το γεφύρι, ο Γιάννης Πίκουλας αναφέρθηκε ήδη διεξοδικά [στην ομιλία που είχε προηγηθεί]. Δεν έχω να προσθέσω τίποτα, θα πρέπει προφανώς να δεχθούμε το 1730 της επιγραφής που αναφέρει ο Loring.[2]

Θα ήθελα ωστόσο να αναφέρω μια προγενέστερη μαρτυρία όπου γίνεται λόγος για ένα άλλο (;) γεφύρι. Προέρχεται από ένα χειρόγραφο χρονικό που έχει γραφεί στη Μολδοβλαχία από κάποιον Κωνσταντίνο Διοικητή, ο οποίος το 1715 ακολούθησε την εκστρατεία του Οθωμανού Μεγάλου Βεζύρη για την ανακατάληψη της Πελοποννήσου από τους Βενετσιάνους. Το Χρονικό έχει εκδοθεί στα γαλλικά από τον περίφημο Ρουμάνο ιστορικό και πολιτικό Nikolae Iorga. Ο Διοικητής γράφει, λοιπόν, ότι στις 19 Αυγούστου του 1715 ερχόμενοι από τα βόρεια, πήγαν από την Κρύα Βρύση στην περιοχή του Μιστρά, όπου έφτασαν μετά από πορεία τριών ωρών. Σε κάποιο σημείο πέρασαν τον Ευρώτα από μία γέφυρα. Σας μεταφράζω:

«Και η γέφυρα που ενώνει τις όχθες του ποταμού είναι απέναντι από τον Μιστρά, αλλά είναι από τις αρχαίες γέφυρες, και είναι πολύ ψηλή, κάνοντας μια μεγάλη καμάρα σαν θόλου, αλλά στενή, έτσι που μόνο ένας καβαλάρης μπορεί να περάσει. Αυτό το αριστερό [ανατολικό] κομμάτι της πεδιάδας δεν έχει καλλιέργειες· και υπάρχει εκεί ένα μικρό δάσος από μουριές. Από αυτή τη μεριά, υπάρχουν ψηλοί λόφοι, βαθιές κοιλάδες και ανάμεσα σ’αυτές τις κοιλάδες χωριά και αμπέλια. Και πίσω απ’αυτούς τους λόφους, κοντά στην γέφυρα, μετά από ένα δρόμο δύο ωρών στους πρόποδες του μεγάλου βουνού, υπάρχει ένα μοναστήρι αφιερωμένο στους Σαράντα Μάρτυρες που το λένε των αγίων Σαράντα. […]

Και από τη δεξιά [δυτική] πλευρά της πεδιάδας, προς τα κάτω, από την άλλη μεριά της γέφυρας, μέχρι τους πρόποδες των άλλων βουνών, όπου είναι το κάστρο και η πόλη του Μιστρά, […] δεν υπάρχουν παρά μόνο κήποι, με πολλά δέντρα, λεμονιές, πορτοκαλιές, συκιές, ελιές και μουριές. […] Και ανάμεσα σ’αυτούς τους κήπους είναι ένα μεγάλο χωριό που το λένε Μαγούλι, με πέτρινες εκκλησίες και νερόμυλους.»[3]

Επειδή η περιγραφή της μορφής του γεφυριού αλλά και της τοποθεσίας (δεν θα μπορούσε μια τέτοια γέφυρα να βρίσκεται πολύ πιο κάτω, που η κοίτη του Ευρώτα ανοίγει) ταιριάζει σε γενικές γραμμές με το γεφύρι του Κόπανου, θα μπορούσαμε να θέσουμε το ερώτημα αν πρόκειται για ένα παλαιότερο γεφύρι στην ίδια περιοχή, ή για και μια προγενέστερη φάση του ίδιου γεφυριού. Δύσκολο, φυσικά, να το απαντήσουμε.

3. 1780 CASSAS

3. Louis-François Cassas. Σχέδια των γεφυριών της Άρτας και του Κόπανου.  Αρχείο του Μουσείου του Λούβρου, Παρίσι.

Το 1780 έχουμε την πρώτη σημαντική μαρτυρία για το γεφύρι του Κόπανου που έχω εντοπίσει, και την πρώτη απεικόνισή του (εικ. 3), άγνωστη και αδημοσίευτη μέχρι τώρα. Βρίσκεται σε ένα άλμπουμ με χειρόγραφα σχέδια που φυλάσσεται στο αρχείο του Μουσείου του Λούβρου στο Παρίσι, και προέρχεται από τον αρχιτέκτονα, σχεδιαστή και τοπιογράφο LouisFrançois Cassas. Το εξώφυλλο του άλμπουμ έχει την επιγραφή: «Grèce, Dessins pour le voyage en Grèce du Cte de Choiseul» (Ελλάδα σχέδια για το ταξίδι του Κόμη Σουαζέλ). Πρόκειται δηλαδή για σχέδια που προορίζονταν για την εικονογράφηση ενός τόμου του Voyage Pittoresque en Grèce, της εντυπωσιακής έκδοσης του Choiseul-Gouffier, πρεσβευτή της Γαλλίας στην Κωνσταντινούπολη. Όμως ο τόμος που θα περιλάμβανε τα σχέδια του άλμπουμ δεν εκδόθηκαν ποτέ -ανάμεσά τους ήταν και σχέδια με την αρχαία Σπάρτη και το Μιστρά, που πρέπει να σχεδίασε ο Fauvel. Στο σχέδιο εικονίζονται δύο γέφυρες. Πάνω: «Pont de l’Arta sur la rivière Arachtus 1780» (Γέφυρα της Άρτας πάνω στον ποταμό Άραχθο) το γνωστό γεφύρι της Άρτας και κάτω: «Pont sur l’Eurotas près des ruines de Sparte» (Γέφυρα πάνω στον Ευρώτα, κοντά στα ερείπια της Σπάρτης).

Τα ενδιαφέροντα σημεία αυτού του σχεδίου είναι πολλά:

  • Μας δίνει ακριβείς διαστάσεις: Άνοιγμα τόξου 69,3 πόδια δηλαδή περίπου 22,5 μέτρα.[4] Το άνοιγμα του μεγάλου τόξου της Άρτας είναι σχεδόν το ίδιο, 72,9 πόδια.
  • Μας δίνει λεπτομέρειες που δεν βλέπουμε στα μεταγενέστερα σχέδια και φωτογραφίες, κυρίως στην αριστερή (δυτική πλευρά). Οι περισσότερες από αυτές τις διαφορές οφείλονται μάλλον σε λάθη του σχεδιαστή, αλλά θα μπορούσε κανείς να αναρωτηθεί μήπως εδώ βλέπουμε και κάποια τμήματα του γεφυριού που ήταν αρχικά ορατά και καλύφθηκαν αργότερα ή μήπως έγιναν κάποιες μετασκευές. Μόνο μια συστηματική αρχαιολογική έρευνα μπορεί να το δείξει.
  • Το κυριότερο ενδιαφέρον όμως αυτού του σχεδίου (που, επαναλαμβάνω, επρόκειτο να εκδοθεί στη σημαντικότερη περιηγητική έκδοση για την Ελλάδα της εποχής) είναι ότι αναδείκνυε το Γεφύρι του Κόπανου -δίπλα στο γεφύρι της Άρτας, ένα από τα πιο διάσημα γεφύρια των Βαλκανίων, και τότε και σήμερα- ως ένα σημαντικό αρχιτεκτονικό μνημείο.

Στις επόμενες δεκαετίες, και κυρίως από τις αρχές του 19ου αιώνα, θα αρχίσουν να πληθαίνουν οι περιηγητές που θέλουν να φτάσουν μέχρι το Μιστρά και τα ερείπια της Σπάρτης, και επομένως περνάνε από το γεφύρι και μιλάνε γι’αυτό.

Τον Αύγουστο του 1806 πέρασε ο πιο διάσημος περιηγητής των αρχών του 19ου αιώνα Σατωμπριάν, που έγραψε το Οδοιπορικό από το Παρίσι στην Ιερουσαλήμ,[5] ένα βιβλίο που διαβάστηκε πολύ και έγινε πρότυπο της ρομαντικής ταξιδιωτικής λογοτεχνίας. Στο ταξίδι και το βιβλίο του Σατωμπριάν η Σπάρτη ήταν ο πρώτος σημαντικός σταθμός -και ένας από τους τρεις πιο σημαντικούς μαζί με την Αθήνα και την Ιερουσαλήμ- επειδή το όνομά της είχε ένα ιδιαίτερο συμβολικό βάρος. Αφιερώνει λοιπόν αρκετές δεκάδες σελίδες στην λεπτομερή αφήγησή της σύντομης περιήγησής του στη Σπάρτη, όπου μεγάλο ρόλο παίζει ο Ευρώτας. Και το γεφύρι του Κόπανου οριοθετεί για τον Σατωμπριάν την είσοδο στο τοπίο της Σπάρτης και, στο τέλος, την έξοδο από αυτό.

Από τον Βουρλιά, όπου συνήθως σταματούσαν οι ταξιδιώτες, ο δρόμος κατέβαινε στην κοιλάδα του Ευρώτα, στο σημείο που είναι το γεφύρι. Επειδή είναι Αύγουστος, ο Σατωμπριάν περνάει όχι από τη γέφυρα, αλλά μέσα από τα ρηχά νερά:

«Κατεβήκαμε στην κοιλάδα από μια σκάλα λαξευμένη στο βράχο, όπως ακριβώς και στο όρος Borée. Είδαμε μια ελαφριά γέφυρα, με ένα τόξο, ρι­γμένη πάνω από ένα ποταμάκι που ένωνε δυο ψηλούς λόφους. Φτάνοντας στην όχθη του ποταμού περάσαμε από τα αβαθή τα διάφανα νερά του μέσα από ψηλά καλάμια και πανέμορφες ανθισμένες ροδοδάφνες. Το ποτάμι αυτό που το περνούσα έτσι χωρίς να ξέρω τι ήταν, ήταν ο Ευρώτας.»

Αφού περιγράψει αναλυτικά το τοπίο, τα ερείπια και τις διαδρομές του στην περιοχή του Μιστρά και της Σπάρτης, ο Σατωμπριάν θα πάρει τον δρόμο της επιστροφής. Θέλοντας να περάσει μόνος του τις τελευταίες ώρες στα ερείπια της Σπάρτης, έχει στείλει τους συνοδούς του να τον περιμένουν στο γεφύρι του Κόπανου. Εκεί, θα περάσουν τη νύχτα τους, και εκεί θα ‘αποχαιρετίσει’ τη Σπάρτη:

«Πήραμε και πάλι αντίθετα τον ρου του Ευρώτα επί μιάμιση ώρα, μέσα από χωράφια, και πέσαμε πάνω στο δρόμο της Τριπολιτσάς. Ο Ιωσήφ και ο οδηγός είχαν κατασκηνώσει από την άλλη μεριά του ποταμιού, δίπλα στη γέφυρα: είχαν ανάψει μια φωτιά με καλάμια, αγνοώντας τον Απόλ­λωνα, που παρηγορούνταν από τα θροΐσματά τους για το χαμό της Δάφ­νης. Ο Ιωσήφ είχε κάνει άφθονες προμήθειες από τα αναγκαία: είχε πάρει αλάτι, λάδι, καρπούζια, ψωμί και κρέας. Έψησε ένα αρνίσιο μπούτι, σαν τον σύντροφο του Αχιλλέα, και μου το σέρβιρε στη γωνία μιας μεγάλης πέτρας, μαζί με κρασί από το αμπέλι του Οδυσσέα και νερό από τον Ευρώτα. […]

Αφού δειπνήσαμε, ο Ιωσήφ μου έφερε τη σέλα μου, που τη χρησιμοποιούσα συχνά σαν μαξιλάρι· τυλίχτηκα στην κάπα μου και ξάπλωσα στην όχθη του Ευρώτα, κάτω από μία δάφνη. Η νύχτα ήταν τόσο καθαρή και γαλήνια, ώστε ο γαλαξίας φαινόταν σαν μια αυγή καθρεπτισμένη στα νερά του ποταμού, και που στην λάμψη του μπορούσες να διαβάσεις. Αποκοιμήθηκα με τα μάτια καρφωμένα στον ουρανό, έχοντας ακριβώς πάνω από το κεφάλι μου τον ωραίο αστερισμό του Κύκνου της Λήδας.»

Ο Σατωμπριάν θυμάται ανάλογες νύχτες που πέρασε στο ύπαιθρο, σε εξωτικά και άγρια μέρη της Αμερικής μαζί με τους Ινδιάνους, για να καταλήξει ότι τώρα,

«σε μια πιο ώριμη ηλικία το πνεύμα επιστρέφει σε πιο σταθερά γούστα: θέλει κυρίως να τραφεί με μνήμες και παραδείγματα της ιστορίας. Θα κοιμόμουνα και πάλι ευχαρίστως στις όχθες του Ευρώτα […] αν ήταν να επισκεφθούν τον ύπνο μου οι ηρωικές σκιές των τριακοσίων Σπαρτιατών […].

Ο Ιωσήφ με ξύπνησε στις τρεις η ώρα το πρωί, όπως του είχα παραγγείλει: σελώσαμε τ’άλογά μας και ξεκινήσαμε. Γύρισα το κεφάλι προς τη Σπάρτη, και έριξα ένα τελευταίο βλέμμα στον Ευρώτα: δεν μπορούσα να ξεφύγω από αυτή τη θλίψη που δοκιμάζει κανείς στην παρουσία ενός μεγάλου ερειπίου και όταν εγκαταλείπει μέρη που δεν θα ξαναδεί ποτέ του.»

Λίγο πριν από τον Σατωμπριάν, τον Μάρτιο του 1805, πέρασε ο Βρετανός Sir William Gell, ο οποίος γράφει:

«μπήκαμε στο φαράγγι του Ευρώτα, ή Ίρη, δύο ή τρία μίλια βορείως των ερειπίων της Σπάρτης. Οι όχθες του ποταμού είναι ρομαντικές· και ο δρόμος που συγκρατείται μόνο από έναν τοίχο, ήταν, αναγκαστικά, διαμορφωμένος με τέχνη, και εξαιρετικός. […] Περάσαμε τον Ευρώτα, πάνω σε μια όμορφη γέφυρα αποτελούμενη από ένα μεγάλο τόξο, που συγκρατούνταν εύκολα πάνω στα φυσικά αντερείσματα του βράχου, και με τους ωμούς να ελαφρύνονται από δύο μικρότερα τοξωτά ανοίγματα στις δύο πλευρές.»[6]

1813 Stackelberg LA GRECE L'Eurotas (Gefyra) 1

4. Otto Magnus Stackelberg, «Ο Ευρώτας». Χαρακτικό που εκδόθηκε γύρω στο 1830, βασισμένο σε σχέδιο του 1813.

Το 1813 πέρασε ο βαρόνος Stackelberg,[7] ο οποίος ζωγράφισε την πιο σημαντική ίσως, αλλά και την πιο διαδεδομένη, απεικόνιση του γεφυριού (εικ. 4). Ο Stackelberg είχε φτάσει στο Μιστρά, στις 21 Ιουνίου του 1813, ερχόμενος από τη Μεσσηνία μέσα από τη Λαγκάδα του Ταΰγετου. Έμεινε δέκα μέρες, που τις πέρασε ζωγραφίζοντας μεγάλα πανοραμικά τοπία της περιοχής της Σπάρτης. Την 1η Ιουλίου, αφού έκανε «ένα αναζωογονητικό μπάνιο στα υπέροχα καθαρά νερά του γραφικού Ευρώτα», ξεκίνησε για την Τριπολιτσά. Φτάνοντας στο γεφύρι σταμάτησε και το ζωγράφισε. Αρκετά χρόνια αργότερα το σχέδιο έγινε χαρακτικό που περιλήφθηκε στο εντυπωσιακό άλμπουμ, με τίτλο La Grèce, που εξέδωσε στο Παρίσι μεταξύ 1830 και 1834. Στον τόμο η εικόνα συνοδεύεται από το εξής κείμενο:

«Ο Ευρώτας, ο πιο μεγάλος ποταμός της Λακωνίας, ξεχωρίζει για την ομορφιά και την διαύγεια των νερών του και για τις γραφικές του όχθες. […] εισέρχεται στην πεδιάδα της Σπάρτης μέσα από μία στενή κοιλάδα […]. Από αυτό το σημείο έχει ζωγραφιστεί αυτή η άποψη, στο δρόμο που πάει από τη Σπάρτη στην Τεγέα, δίπλα στην γέφυρα που χτίστηκε πρόσφατα πάνω στον ποταμό. […] Μέσα σ’αυτή τη στενή κοιλάδα, τα βράχια συνδυάζονται με γραφικό τρόπο με το εξαιρετικά ψηλό τόξο της γέφυρας που έχτισαν οι Έλληνες με διαταγή των Τούρκων. Σ’αυτό το σημείο η όχθη είναι στολισμένη με ροδοδάφνες και λυγαριές· η διαφάνεια των νερών σε καλεί να βουτήξεις μέσα τους. …. Από την κορφή του υψώματος που βρίσκεται πάνω από τον ποταμό απολαμβάνει κανείς μια πολύ ανοιχτή θέα, που αγκαλιάζει από τη μια μεριά την πεδιάδα της Σπάρτης και από την άλλη τη Μεγαλόπολη.»

Η εικόνα της γέφυρας του Κόπανου γίνεται εδώ η εικόνα του Ευρώτα, του διάσημου από τη μυθολογία και ιστορία ποταμιού. Ένα απλό τοπίο του Ευρώτα έχει το μειονέκτημα ότι θα μπορούσε να προέρχεται από οποιοδήποτε ανάλογο ποτάμι, ενώ το γεφύρι μαζί με τους γύρω βράχους προσφέρει μια ξεχωριστή και αναγνωρίσιμη εικόνα του ποταμού. Έτσι το χαρακτικό του Stackelberg μόλις τυπώθηκε, και πριν ακόμα ολοκληρωθεί η έκδοση του άλμπουμ La Grèce, θα διαδοθεί μέσα από αντιγραφές.

THE PENNY MAGAZINE 1833 color 2

5. «Θέα του ποταμού Ευρώτα». Χαρακτικό στην πρώτη σελίδα του The Penny Magazine, 3-9-1833.

Η πρώτη είναι στο εξώφυλλο του αγγλικού περιοδικού The Penny Magazine, στο τεύχος της 3ης Αυγούστου του 1833 (εικ. 5). Έχει ‘κλέψει’ το χαρακτικό του Stackelberg, που είχε πρόσφατα κυκλοφορήσει στη Γαλλία, αν και πουθενά δεν το αναφέρει. Θα το αντέγραψε κάποιος Βρετανός χαράκτης. Το Penny Magazine ήταν ένα από τα πρώτα εικονογραφημένα περιοδικά για το πλατύ κοινό. Κυκλοφορούσε στο Λονδίνο, κάθε Σάββατο, από το 1832 ως το 1845, από την Society for the Diffusion of Useful Knowledge, στα πλαίσια ενός μεταρρυθμιστικού προγράμματός που είχε σκοπό την διάδοση «ωφέλιμων γνώσεων» στις λαϊκές τάξεις, που μέχρι τότε ήταν αποκλεισμένες από τα βιβλία. Κάλυπτε ένα ευρύ φάσμα θεμάτων και με τη βοήθεια μιας πλούσιας εικονογράφησης, αποσκοπούσε στην εκλαΐκευση των γνώσεων και της αισθητικής καλλιέργειας. Στα πρώτα χρόνια έφτασε να έχει το, πρωτοφανές για εκείνη την εποχή, αναγνωστικό κοινό ενός εκατομμυρίου, με ένα τιράζ που έφτανε στις 200.000 αντίτυπα.

Από εκεί και πέρα αρχίζουν παραπέρα αντιγραφές, και έχω εντοπίσει τρεις τουλάχιστον ακόμα δημοσιεύσεις του ίδιου χαρακτικού του Penny Magazine σε ανάλογα περιοδικά της εποχής:

Στο μηνιαίο περιοδικό Magasin pittoresque, το πρώτο παρόμοιο γαλλικό εικονογραφημένο περιοδικό ‘λαϊκής μόρφωσης’, που εξέδωσε στο Παρίσι, τον Φεβρουάριο του 1833, ο νεαρός σαινσιμονιστής Édouard Charton, εμπνεόμενος άμεσα από το παράδειγμα του Penny Magazine· στο γερμανικό PfennigMagazin, που κυκλοφόρησε τον Μάιο του 1833· και στην Αποθήκη των ωφελίμων γνώσεων, μια ανάλογη εκδοτική προσπάθεια για τον ελληνόφωνο χώρο που εκδιδόταν στη Σμύρνη από το 1837 ως 1844 με πρωτοβουλία προτεσταντών μισσιονάριων (εικ. 6). Αυτά τα περιοδικά δεν αντέγραψαν την πρωτότυπη λιθογραφία του Stackelberg αλλά πήραν αυτούσιο το χαρακτικό του Penny Magazine.

6. Ευρώτας 1840 1

6. «Θεωρία του ποταμού Ευρώτα». Χαρακτικό στην πρώτη σελίδα της Αποθήκης των ωφελίμων γνώσεων, Απρίλιος 1840, συνοδευόμενο από στίχους του Παναγιώτη Σούτσου

Σε κάθε ένα από αυτά τα περιοδικά η εικόνα του γεφυριού συνοδεύεται από, διαφορετικά στο καθένα, σχετικά άρθρα για τον Ευρώτα, που προσαρμόζονται ανάλογα με τη γλώσσα και το κοινό. Στο Penny Magazine βασική αναφορά είναι το βιβλίο που είχε εκδώσει το 1830 ο Βρετανός περιηγητής Leake, το σημαντικότερο περιηγητικό για την Πελοπόννησο· το γαλλικό περιοδικό παραθέτει αποσπάσματα από τον Σατωμπριάν αλλά και το, πιο πρόσφατο, βιβλίο του Εντγκάρ Κινέ· το άρθρο της Αποθήκης των ωφελίμων γνώσεων, το 1840, αντιγράφει εκείνο του Penny Magazine, αλλά προσαρμόζεται κι αυτό, καθώς ξεκινά στο εξώφυλλο με ένα κομμάτι από το ποίημα του Παναγιώτη Σούτσου «Τα ερείπια της παλαιάς Σπάρτης» και τελειώνει με μια αναφορά στην πρόοδο της νεοσύστατης νέας πόλης της Σπάρτης.

Είναι ωστόσο σαφές ότι και στις τέσσερεις περιπτώσεις, η εικόνα είναι το σημαντικό και η αφορμή για το άρθρο. Το άρθρο είναι που συνοδεύει την εικόνα και όχι το αντίθετο.

Θα ακολουθήσουν και άλλες αντιγραφές και παραλλαγές της συγκεκριμένης εικόνας του Ευρώτα, που θα γίνει έτσι γνωστή σε εκατοντάδες χιλιάδες Ευρωπαίους αναγνώστες του 19ου αιώνα. Αρκετές φορές η εικόνα του Stackelberg διασκευάζεται από τους χαράκτες, για να γίνει πιο «γραφική». Ένα παράδειγμα είναι το χαρακτικό που δημοσιεύεται στο βιβλίο του Christopher Wordsworth για την Ελλάδα, όπου ο χαράκτης J. Jackson έχει προσθέσει τους περίφημους από την αρχαιότητα -αλλά ανύπαρκτους στη σύγχρονη εποχή- κύκνους του Ευρώτα (εικ. 7). Μια πιο ελεύθερη παραλλαγή είναι το χαρακτικό που εξέδωσε το 1850 σε ένα άλμπουμ «γραφικών τοπίων» ο Hippolyte Vander-Burch (εικ. 8).

7. WORDSWORTH 1839 334

7. Χαρακτικό από την εικονογράφηση του: Christopher Wordsworth, Greece: Pictorial, Descriptive, and Historical, Λονδίνο: S. Orr & Co, 1839.

8. 1850 VAN DER BURCH

8. Χαρακτικό από το: Vander-Burch, Hippolyte., Nouvel album pittoresque de paysages, Παρίσι: J. Langlumé, 1850

Την εικόνα του Stackelberg την βρίσκουμε και σε μια πολυτελή βιβλιοδεσία μιας έκδοσης των Απάντων του Λόρδου Βύρωνα, σύμφωνα με μια τεχνική της εποχής, πάνω στο κόψιμο των σελίδων, έτσι ώστε η εικόνα να εμφανίζεται κανονικά όταν οι σελίδες πιέζονται πλάγια (εικ. 9).

9. The Works of Lord Byron.jpg

9. Φωτογραφία βιβλιοδεσίας του: The Works of Lord Byron, Λονδίνο: Murray, 1819.

Το πέρασμά του από το γεφύρι τον Ιούνιο του 1820 αφηγείται ο Γάλλος ποιητής Pierre Lebrun.[8] Αφού περάσει από Ελευσίνα, Μέγαρα, Κόρινθο, Άργος και Τριπολιτσά, φτάνει στις 16 Ιουνίου, στις 2 το μεσημέρι, στον Βουρλιά, όπου κάθεται να φάει και να ξεκουραστεί κάτω από τα δέντρα.

«Σε λίγο όμως, σαν τον Οδυσσέα όταν κόντευε να φτάσει στην Ιθάκη, κοιμόμουνα βαθιά. Όταν ξύπνησα ανακάλυψα ότι είχαν περάσει δυο ώρες […] Με πόση βιάση καβάλησα το άλογό μου! καθώς ανυπομονούσα να διασχίσω αυτές τις τρεις λεύγες που απομένανε μέχρι το Μιστρά! Ο Ταΰγετος, που τον είχα μαντέψει από πολύ μακριά, και του οποίου είχα διακρίνει μέσα από τα βουνά τις πασπαλισμένες με χιόνι κορφές, ο Ταΰγετος τώρα πλησίαζε. Αλλά κυρίως με πόση αδημονία περίμενα τον Ευρώτα! Τον φώναζα με όλα μου τα βλέμματα. Τον διέκρινα σε μια στροφή του δρόμου· τον είδα ξαφνικά, στα πόδια μου, με τη γραφική του γέφυρα, τους μαιάνδρους του, τις ροδοδάφνες του, και στήνοντας τ’ αυτί μου, άκουγα τη βουή του να ανεβαίνει μέχρι σε μένα..»[9]

Τον Ιούνιο του 1829 πέρασαν τα μέλη της Expédition, της Γαλλικής επιστημονικής αποστολής. Τη διαδρομή της αποστολής αφηγήθηκε ο επικεφαλής της, ο Bory de SaintVincent. Στις 17 Ιουνίου του 1829 η ομάδα ερχόμενη από την Τριπολιτσά για το Μιστρά, φτάνει στο Χάνι του Βουρλιά.

«προσπερνώντας το δροσερό χωριουδάκι των Βουτιάνων, που έμεινε στα αριστερά μας με τις λεύκες του, κατεβήκαμε κατά μήκος ενός χειμάρρου πολύ βαθουλωτού, τα ασβεστολιθικά τοιχώματα του οποίου είναι σκαμμένα σε σπηλιές. Το μονοπάτι είναι αρκετά καλά χαραγμένο, αν και πετρώδες, και σε μερικά σημεία είναι σκαλισμένο σε σκαλιά· είναι ακόμα μια ολόκληρη λεύγα [γύρω στα 4 χλμ] από το Χάνι του Βουρλιά μέχρι τον Ευρώτα, τον οποίο περνάμε από μια πολύ γραφική γέφυρα (εικόνα XXVIII), στην οποία μπαίνουμε περνώντας μέσα από ένα σωρό από βράχια που έχουν καταρρεύσει. Στην απέναντι όχθη η γέφυρα ενώνεται με τον δρόμο που έρχεται από το Λεοντάρι, για τον οποίο μίλησα πιο πάνω. Ο ποταμός, που έρχεται από τα βορειοδυτικά, φέρει στο σημείο αυτό το όνομα Καραβάς· το χάνει λίγο πιο κάτω στην πεδιάδα, αφού ενωθεί με τον παραπόταμο που έρχεται από την Αράχοβα, και παίρνει το όνομα Ίρης, και όχι Βασιλοπόταμος, όπως λανθασμένα επιμένουν να λένε οι περιηγητές, αντιγράφοντας ο ένας τον άλλο, όπως και όλοι οι χάρτες, ως και το δικό μας φύλλο 6, της μεγάλης έκδοσης για το Μοριά, όπου γλίστρησε το λάθος αποδεικνύοντας τι μπορεί να κάνει η δύναμη της συνήθειας.

Κάτω από τη γέφυρα, το ποτάμι είναι βαθύ, στενό και γρήγορο· τα νερά του έχουν επίσης το πιο γλυκό χρώμα. Αιχμάλωτος από τη γέννησή του, μέσα στις βραχώδεις κάθετες όχθες του, στο βάθος μιας στενής κοιλάδας, ανοίγει στη συνέχεια, σαν ένα κανάλι συχνά αρκετά πλατύ, μέσα από πελώριες ροδοδάφνες που μπλέκονται με γιρλάντες από βάτα. Από τη γέφυρα και μετά αρχίζει και αυτή η αφθονία των Cannevères (Arundo Donax, L.) τα οποία οι ποιητές αναφέρουν ως καλάμια, και οι ωραίες συστάδες των οποίων, που θωπεύονται νωχελικά από τους ανέμους, δικαίως έδωσαν στον ποταμό της Λακωνίας το επίθετο καλλιδόναξ[10]

Το χαρακτικό στο οποίο παραπέμπει ο Bory (εικ. 10), δημοσιευμένο το 1835 σε άλλο τόμο της ίδιας σειράς της Expédition scientifique de Morée, στον Άτλαντα, στηρίζεται σε σχέδιο του Prosper Baccuet (1797-1854), ενός αξιωματικού του στρατού και ζωγράφου που μετείχε στην Αποστολή με καθήκοντα τοπιογράφου. Μπορούμε, βέβαια, κι εμείς να συγκρίνουμε την άτεχνη ή υπερβολικά ‘ρομαντική’ απεικόνιση του γεφυριού του Κόπανου από τον Baccuet με τον πολύ μεγαλύτερο ρεαλισμό και ακρίβεια του αντίστοιχου έργου του Stackelberg που δημοσιεύθηκε σε χαρακτικό την ίδια εποχή, μια σύγκριση που έκανε και ο ίδιος ο Bory, αναγνωρίζοντας την ανωτερότητα των σχεδίων του Stackelberg.

pl 27 pont de Eurotas

10, Prosper Baccuet, «Γέφτυρα του Ευρώτα». Χαρακτικό βασισμένο σε σχέδιο του 1829, δημοσιευμένο στο: Expédition scientifique de Morée – Atlas, 1835, pl. XXVIII

Μέλος της Γαλλικής Αποστολής του Μοριά ήταν και ο νεαρός φιλόσοφος και ιστορικός Εντγκάρ Κινέ (Edgar Quinet), που έγραψε το δικό του, πολύ ενδιαφέρον, ταξιδιωτικό βιβλίο με τίτλο Η Σύγχρονη Ελλάδα και τις σχέσεις της με την αρχαιότητα. Ο Κινέ, που εμπνέεται από το παράδειγμα του Σατωμπριάν, δέθηκε ιδιαίτερα με το τοπίο της Σπάρτης, το οποίο αποχαιρετά με συγκίνηση και με την περιγραφή μιας λαϊκής γιορτής που βλέπει στο γεφύρι του Κόπανου:

«Αφήνω σε άλλους να εξηγήσουν πως ένα ερείπιο, ή μάλλον καλύτερα λίγοι σωροί από χαλίκια που δε θα ξαναδείτε ποτέ στη ζωή σας, μπορούν να σας λείψουν περισσότερο από τον τόπο που γεννηθήκατε. […] Δεν ξέρω τι ήταν αυτό που μου έλεγε πως είχα αφήσει τις πιο ωραίες και τις έσχατες φαντασιώσεις της νιότης μου μέσα στα χαλάσματα του Παλαιοχωρίου, κι ότι για πολύ καιρό θα ξανάβρισκα μέσα σε όλα τα θεάματα, το άρωμα των μολυβένιων βότσαλων του Ευρώτα και τους τάφους γεμάτους από την άμμο της Mαγουλίτσας.

Τη στιγμή που διασχίζαμε τον Ευρώτα πάνω σε μια γέφυρα με μια μόνο καμάρα, οι διαπεραστικοί ήχοι μιας φλογέρας αντήχησαν από την άλλη όχθη. Κάμποσοι άνθρωποι ήταν ξαπλωμένοι πάνω σε προβιές, με τα ντουφέκια πλάι τους, και τα δισάκια και τα φλασκιά μαζεμένα ένα σωρό. Απέναντι κάμποσες γυναίκες με μαντίλες ακουμπούσανε πάνω στα βράχια. Μια ομάδα κοπελιές χόρευαν σε χορταριασμένη απλωσιά, κρατημένες χέρι-χέρι. Σχημάτιζαν ένα ημικύκλιο, που οι δυο του άκρες κυμάτιζαν κι ακολουθούσαν η μια την άλλη, δίχως να ενώνονται ποτέ […] Εδώ, το απομονωμένο μέρος, οι ψηλές κορφές που κόβουν τη θέα, οι κατσίκες μισοκρυμμένες στα κοιλώματα αυτών των κορφών, το ποτάμι που έκλεινε αυτόν τον πίνακα μέσα σε ένα πλαίσιο από καλάμια και σκιές τους έδιναν μιαν απροσδιόριστη χάρη.»[11]

Στο χειρόγραφο ημερολόγιό του ο Κινέ είχε σημειώσει μια πιο αναλυτική περιγραφή του γεφυριού:

«Ο Ευρώτας κλεισμένος ανάμεσα σε δύο τοίχους ενός βαθιού βράχου, οι όχθες του περιστοιχισμένες από καλάμια, κυλάει κάτω από μια γέφυρα με ένα μόνο τόξο, που έχει από πάνω τέσσερα ανοίγματα για τις πλημμύρες. Λόφοι που τον κλείνουν από τα βόρεια.».[12]

Το 1838 περνάει ο Βρετανός πολιτικός και κλασικός λόγιος William Mure (1799-1860), που κάνει μια αναλυτική όσο και ενθουσιώδη περιγραφή του τοπίου της Σπάρτης, που «συνδυάζει όλες τις ομορφιές του ελληνικού, του ελβετικού και του ιταλικού τοπίου». Ο Mure εντυπωσιάζεται από την γέφυρα και κάνει μια αρκετά λεπτομερή περιγραφή, την οποία συνοδεύει από ένα δικό του σχέδιο (εικ. 11), που δίνει, πολύ χονδροειδώς, το σχήμα της.

11. MURE of CALDWELL 230

11. Σχέδιο του William Mure δημοσιευμένο στο βιβλίο του: Journal of a Tour in Greece and the Ionian Islands, 1842.

«Το τέρμα της κατάβασης στην κοιλάδα φέρνει τον ταξιδιώτη ξαφνικά στις όχθες του Ευρώτα, εκεί ακριβώς όπου το στενό φαράγγι που κλείνει τον άνω ρου του αρχίζει να ανοίγει. Καθώς δεν μπορούμε να περάσουμε, ανεβαίνουμε λίγες εκατοντάδες γιάρδες πιο πάνω σε μια γέφυρα, που βρίσκεται σε ένα σημείο όπου πάνω από την κοίτη κρέμονται βράχια, μέσα στα οποία έχει σκαφτεί ο δρόμος κι από τις δυο μεριές. Αυτή η γέφυρα είναι η πιο αξιοσέβαστη σύγχρονη ελληνική κατασκευή του είδους που έχω δει, και είναι ανάλογη στο στυλ, αν και υποδεέστερη σε μέγεθος και χτίσιμο, με την Ponte della Maddalena [εικ. 12], κοντά στα λουτρά της Lucca.

Αποτελείται από μια μεγάλη καμάρα στο κέντρο, με δυο μικρότερες, τη μια απάνω στην άλλη, από κάθε μεριά. Η επίστεψη της βασικής καμάρας υψώνεται πολύ ψηλά πάνω από το επίπεδο του δρόμου και από τις δυο μεριές, κάνοντας το πέρασμα πολύ απότομο. Τα βράχια στην αριστερή όχθη του ποταμιού, ακριβώς κάτω από τη γέφυρα, δείχνουν ότι υπήρχε λατομείο, καθώς είναι κομμένα κάθετα, με τον ίδιο τρόπο και τα ίδια σημάδια με τα λατομεία της Πεντέλης.»  [13]

12. Ponte della Maddalena

12. Η Ponte della Maddalena στην Τοσκάνη χτίστηκε γύρω στο 1100 και ανακαινίστηκε γύρω στο 1300. Ο William Mure την συγκρίνει το γεφύρι του Κόπανου, προφανώς λόγω του ψηλής καμάρας, για την οποία αποκαλείται και «γέφυρα του διαβόλου».

Ο αρχαιολόγος Ludwig Ross, που όπως είπαμε προετοίμασε την ίδρυση της νέας Σπάρτης  μαζί με τον Jochmus, αναφέρει σε πολλά κείμενά του το γεφύρι. Όπως σε ένα βιβλίο του περιγράφει το ταξίδι του Όθωνα και της Αμαλίας τον Μάιο 1841. Η συνοδεία είχε έρθει στη Σπάρτη μέσω Γυθείου, και φεύγει για να πάει μέσω Πάρνωνα προς το Άστρος:

«Στις 19 Μαίου ξεκινήσαμε πάλι από τη Σπάρτη. Η διαδρομή πέρασε από τη γραφική γέφυρα, που ονομάζεται Κοπάνο γεφύρι, και η οποία, μια ώρα μετά τη Σπάρτη, και μέσω του Ευρώτα οδηγεί σε ένα φαράγγι.»[14]

13. 1839 RENICA 63 Ponte di Vivari.jpg

13. Giovanni Renica, «Ponte di Vivari», 1839.

Ένα ωραίο σχέδιο της γέφυρας από το 1839 έχουμε από τον Ιταλό ζωγράφο Giovanni Renica, ο οποίος δίνει τον τίτλο: «Γέφυρα στο Βιβάρι» (εικ. 13).

btv1b53012671t

14. Χαρακτικό βασισμένο σε σχέδιο του Jules de Sinéty από το 1845.

Μια από τις πιο όμορφες απεικονίσεις του γεφυριού είναι το χαρακτικό της εικόνας (εικ. 14), που βασίζεται σε σχέδιο που έκανε το Σεπτέμβριο 1845 ο Jules de Sinéty, και μας παρουσιάζει ένα στιγμιότυπο του ταξιδιού στην Ελλάδα του Δούκα του Montpensier -ή Aντώνιου της Oρλεάνης- γιού του βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκου-Φίλιππου. Ο Jules Marie Vincent de Sinéty, ήταν υποπλοίαρχος του γαλλικού πολεμικού ναυτικού στην φρεγάτα Gomer, με την οποία ταξίδευε ο Δούκας, αλλά και ερασιτέχνης ζωγράφος, και τα σχέδια του χρησίμευσαν για ένα πολυτελές άλμπουμ που εκδόθηκε για το πριγκηπικό ταξίδι.[15] Στη συνοδεία του νεαρού πρίγκιπα ήταν και ο Antoine De Latour, ένας λόγιος που είχε αναλάβει την εκπαίδευσή του, και ο οποίος συνέγραψε την επίσημη αφήγηση του ταξιδιού, όπου αναφέρει το πέρασμα από τη γέφυρα:

«Το μονοπάτι απ’όπου κατεβαίνει κανείς στον Ευρώτα, στενό και δύσκολο, δεν έχει τίποτα που να προετοιμάζει τα μάτια για την γοητευτική κοιλάδα του· έτσι η έκπληξη είναι διπλά ευχάριστη. Μετά από μια ώρα κοπιαστικής πορείας, το μονοπάτι, που σκιάζεται προς το τέλος από ευωδιαστές μυρτιές, στρίβει ξαφνικά δεξιά, και σας φέρνει σε μια γέφυρα με δύο τόξα που υψώνεται τολμηρά πάνω από έναν μικρό ποταμό, που οι όχθες του κρύβονται κάτω από ολάνθιστες ροδοδάφνες· αυτός ο ποταμός είναι ο Ευρώτας. Τα νερά του είναι διάφανα και γάργαρα, και οι ροδοδάφνες στις όχθες του, ρίχνουν μια μυστηριώδη και γλυκιά σκιά.»[16]

export (6)

Λίγα χρόνια μετά έχουμε τη μαρτυρία ενός από τους διάσημους ταξιδιώτες που πέρασαν από τη Σπάρτη τον 19ο αιώνα, του συγγραφέα Γκυστάβ Φλωμπέρ.  Στις 29 Ιανουαρίου του 1851 ο Φλωμπέρ και ο φίλος του τον Μαξιμ ντυ Καν κατηφορίζουν από τον ίδιο δρόμο προς την κοιλάδα στης Σπάρτης. Γράφει στο ημερολόγιό του:

«Περνάμε ένα χείμαρρο που κυλάει πάνω σε άμμο, πα­ραπόταμος του Ευρώτα, που τον βρίσκουμε σε λίγο μπρο­στά μας και γυρίζουμε αμέσως δεξιά. Ο Ευρώτας, ολότε­λα κίτρινος (αυτό οφείλεται στις βροχές), μου φαίνεται μεγάλος όσο και ο ποταμός Touques[17] περίπου· στις όχθες του έχει ροδοδάφνες, αγριομυρτιές, μουριές. Περνάμε μια γέφυρα σε σχήμα σαμαριού, πολύ ψηλή, πολύ λεπτή, πολύ κομψή. Για να περνάνε τα νερά έχουν διαμορφώσει (αντί­θετα προς κάθε έννοια συμμετρίας) δύο καμάρες δεξιά και μόνο μία αριστερά. Αφού περάσαμε τη γέφυρα, επανερχό­μαστε αριστερά και προχωράμε στη μέση, εντελώς, της κοιλάδας του Ευρώτα.»[18]

15. Belle 1

15. Χαρακτικό από το «Voyage en Grèce» του Henri Belle, δημοσιευμένο σε συνέχειες στο περιοδικό Le Tour du Monde το 1878.

Μια από τις πιο γνωστές απεικονίσεις του γεφυριού είναι αυτή που δημοσιεύτηκε στο πιο σημαντικό ταξιδιωτικό περιοδικό της εποχής, το γαλλικό Le Tour du Monde, το 1878 (εικ. 15). Το Le Tour du Monde, δημιούργημα κι αυτό (όπως και το Magasin pittoresque) του Édouard Charton, ξεκίνησε την έκδοσή του το 1860, υπήρξε το κατεξοχήν έντυπο που αποτύπωσε και εκλαΐκευσε το απόγειο της ανακάλυψης του κόσμου και της ιμπεριαλιστικής δυτικής εξάπλωσης. Στις σελίδες του τα ταξίδια διάσημων εξερευνητών σε εξωτικές και άγριες χώρες συνυπήρχαν με πιο ‘τουριστικά’ ταξίδια στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή, πάντα μακροσκελή και εντυπωσιακά εικονογραφημένα. Μεταξύ 1876 και 1879 το δημοσιεύει σε συνέχειες το «Ταξίδι στην Ελλάδα» του Henri Belle,[19] Γάλλου διπλωμάτη που είχε υπηρετήσει στην Ελλάδα, και θα γινόταν και αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών. Ο Ιούλιος Βερν, (που γενικά αντλούσε πληροφορίες ιδέες και εικόνες από το Tour du Monde) βασίστηκε σ’αυτό το ταξίδι για να γράψει το μυθιστόρημά του Το Αιγαίο στις φλόγες. Το κείμενο του Belle συνοδεύεται από πλούσια εικονογράφηση με χαρακτικά, πολλά από τα οποία βασίζονται σε σχέδια του ίδιου του συγγραφέα ενώ άλλα σε φωτογραφίες. Η εικόνα της «Γέφυρας πάνω στον Ευρώτα» δημοσιεύτηκε στο εξώφυλλο ενός τεύχους του περιοδικού. Ο Belle σημειώνει ότι βασίζεται σε δικό του σχέδιο «εκ του φυσικού», αν και θα μπορούσε να είναι και μια -σχετικά άτεχνη- αντιγραφή του παλιότερου χαρακτικού του Stackelberg.

Στο κείμενο, ο Belle περιγράφει τη διαδρομή του από την Τριπολιτσά, το χάνι της Κρύας Βρύσης, τον κάμπο της Αράχοβας μέχρι τον Βουρλιά, όπου διανυκτερεύει, όπως οι περισσότεροι περιηγητές, και θαυμάζει το τοπίο, τον Ταΰγετο και την κοιλάδα:

«Μέσα στη βαθιά κοιλάδα ο Ευρώτας, με τα νερά του να αστράφτουν, φιδογυρίζει μέσα στην πρασινάδα. Οι όχθες του είναι στολισμένες με χωριά με κόκκινα κεραμίδια τριγυρισμένα από μουριές, λεύκες και καλλιέργειες· εκεί κά­τω, μέσα στη μεγάλη σκιά που ρίχνει ο Ταΰγετος, βρίσκεται η Σπάρτη. Απόμεινα πολλές ώρες θαυμάζοντας αυτό το μεγαλόπρεπο θέαμα. Είχε πέσει η νύχτα και το φεγγάρι είχε φανεί πίσω από τον Πάρνωνα, φωτίζοντας με το λευκό του φως όλη την κοιλάδα, ενώ ο Ταΰγετος πρόβαλε σαν ένα τεράστιο μαύρο και οδοντωτό τείχος, και ο αέρας έφθανε ως εμάς φέρνοντας δροσιά από τα χιόνια τα αρώματα από την κοιλάδα.

Την επόμενη μέρα κατηφορίζουμε από μια απότομη πλαγιά στην κοιλάδα και περνάμε τον Ευρώτα από μία ψηλή γέφυρα βυζαντινής κατασκευής, με μία μόνο τολμηρή καμάρα. Τα ορμητικά και καθαρά νερά του ποταμού κυλάνε ανάμεσα σε ροδοδάφνες, νάρκισσους και γαλάζια κρίνα. Η περιοχή είναι εξαιρετικά εύφορη· οι συκιές, οι μουριές, οι πορτοκαλιές, οι λεμονιές, οι ελιές αφθονούν. Προσπερνάμε περιβόλια, κήπους που ποτίζονται από αυλάκια και αφού περάσουμε κάτω τα ερείπια ενός θεάτρου, φτάνουμε στη σύγχρονη Σπάρτη.»[20]

Από την ίδια περίπου εποχή μπορούμε να δούμε τις περιγραφές των πρώτων ταξιδιωτικών οδηγών. Ο γαλλικός, λεγόμενος Joanne γράφει ότι μετά τον Βουρλιά «ένα απότομο και πετρώδες μονοπάτι κατεβαίνει (1 ώρα και 10 λεπτά) σε ένα πολύ γραφικό φαράγγι, μέχρι τις όχθες του Ευρώτα, που τον περνάμε πάνω σε μια τούρκικη γέφυρα με μια καμάρα και πολύ ψηλή, που λέγεται KopanoGéphyri[21] Μάλλον αυτόν οδηγό έχει μαζί του ο Βέλγος πολιτικός και συγγραφέας Léon Verhaeghe που έρχεται τον Σεπτέμβριο του 1862, και γράφει ότι περνάει «τον Ευρώτα από το KopanoGephyri, τούρκικο οικοδόμημα, πρωτότυπο και τολμηρό»[22] Και ο Francis Fox Tuckett, ένας από τους γνωστότερους ορειβάτες της εποχής, έρχεται τον Μάιο του 1877 και στο άρθρο του «Μια ανάβαση στον Ταΰγετο», που δημοσιεύτηκε το 1877 στο Alpine Journal, γράφει ότι περάσανε «τη γραφική γέφυρα του Kopàno Gephyri»[23]

Όπως ξέρουμε, το γεφύρι καταστράφηκε τον Οκτώβριο του 1902. Όμως ήδη, αρκετά χρόνια πιο πριν, πρέπει να είχε περιπέσει σε αχρησία, καθώς οι διαδρομές είχαν αλλάξει. Είχε ανοίξει ο νέος «αμαξιτός» δρόμος Τρίπολης-Σπάρτης, και είχε ολοκληρωθεί η κατασκευή (μάλλον το 1889) της νέας σιδερένιας γέφυρας. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι αυτή η αχρήστευση της στις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα είχε ως συνέπεια και το να μη γίνονται οι απαραίτητες επισκευές, συντελώντας στην κατάρρευσή του. Ευτυχώς, όμως, πριν την κατάρρευση κάποιος πρόλαβε και έβγαλε την μοναδική (;) φωτογραφία του ακέραιου γεφυριού, που θα δημοσιευόταν στον τόμο του Reisinger το 1923 (εικ. 1). Στον χάρτη της περιοχής της Σπάρτης του οδηγού Baedeker του 1888 σημειώνεται (στο πάνω μέρος) το γεφύρι του Κόπανου, και ο δρόμος που οδηγεί σε αυτό, και, λίγο ανατολικότερα, ο νεότερος δρόμος που οδηγεί στην Τεγέα (εικ. 16).

16. BAEDEKER Griechenland 1888 xartis

16. Χάρτης στης περιοχής της Σπάρτης από τον ταξιδιωτικό οδηγό: Baedeker, Griechenland, 1888 (λεπτομέρεια).

Μερικούς μόλις μήνες μετά την κατάρρευση του γεφυριού, τον Απρίλιο του 1903, θα περάσουν από εκεί δύο Ελβετοί ταξιδιώτες, ο ιστορικός τέχνης και λογοτέχνης Daniel BaudBovy και ο σπουδαίος φωτογράφος Fred Boissonnas, οι οποίοι μερικά χρόνια αργότερα θα εξέδιδαν έναν μνημειώδη τόμο για την Ελλάδα.[24] Αυτοί όμως δεν έρχονται πλέον στο γεφύρι από τον δρόμο της Τρίπολης, αλλά βρίσκουν τα ερείπιά του στα πλαίσια μιας εκδρομής με άλογα κατά μήκος του Ευρώτα, έχοντας ξεκινήσει από τη Σπάρτη. Ο Boissonnas τράβηξε μια εντυπωσιακή φωτογραφία του γκρεμισμένου γεφυριού -του κομματιού που σώζεται το ίδιο και σήμερα και αποκαλύφθηκε με τον πρόσφατο καθαρισμό, όπως φαίνεται από την δυτική όχθη του ποταμού (εικ. 17). Μια φωτογραφία που δημιουργεί ίσως την ψευδαίσθηση ότι αυτό το ερείπιο είναι μεγαλύτερο απ’όσο είναι στην πραγματικότητα.

BOISSONAS gefyra JPEG

17. Φωτογραφία του Fred Boissonnas, τραβηγμένη τον Απρίλιο του 1903 και δημοσιευμένη στο: Daniel Baud-Bovy & Fred Boissonnas, En Grèce par monts et par vaux, 1910.

Ο συνταξιδιώτης του Baud-Bovy γράφει τα εξής:

«Ένα ολόκληρο πρωινό περιπλανιόμασταν καβάλα στα άλογα στη θέση της Σπάρτης…  Περνούσαμε μέσα από δροσερά μονοπάτια, από κήπους με μουριές, ροδακινιές, ροδιές. Από χωράφια, μποστάνια, αμπέλια, ελαιώνες. […] φτάσαμε στις όχθες του Ευρώτα. Κυλάει αργά, γελαστός και διάφανος, ανάμεσα στις όχθες όπου οι μπουμπουκιασμένες δάφνες εναλλάσσονται με τα ανθισμένα σπάρτα.

Το σπινθήρισμα των στρωμένων με χαλίκια οχθών του προεκτείνει εκείνο των ρυτίδων των νερών του· δεν είναι πλατύς, κι όμως φαντάζει σχεδόν τεράστιος. Δεν κάνει παρά ένα ελαφρό και γλυκό μουρμουρητό. Τα ωραία καλάμια που τραγούδησε ο Ευριπίδης αναρριγούν στο πέρασμά του.

Ανεβαίνοντας τον ρου του ποταμού φτάσαμε στα γκρεμισμένα θεμέλια της παλιάς τούρκικης γέφυρας. Στις 18 Αυγούστου του 1806, εδώ είναι που ο Σατωμπριάν ξαναβρήκε τον οδηγό του και τον υπηρέτη του να ασχολούνται να ψήσουν ένα αρνίσιο μπούτι. Αφού έφαγε, τυλίχτηκε στην κάπα του και ξάπλωσε στην όχθη του ποταμού, κάτω από μια ροδοδάφνη. Αποκοιμήθηκε με τα μάτια καρφωμένα στον ουρανό, έχοντας ακριβώς πάνω από το κεφάλι του τον αστερισμό του Κύκνου και της Λήδας». [25]

Στο παραπάνω παράθεμα βλέπουμε ότι εκείνο που συγκινεί περισσότερο τον Baud-Bovy στη θέα του γεφυριού είναι ότι θυμίζει το πέρασμα του Σατωμπριάν, έναν αιώνα πριν. Και στο σημείο αυτό μπορούμε να καταλάβουμε νομίζω την ιδιαίτερη αξία του -έστω γκρεμισμένου- γεφυριού, πέρα από την αρχιτεκτονική ή «αρχαιολογική» του σημασία. Το γεφύρι του Κόπανου είναι -δυνητικά- ένα μνημείο που έχει αξία ως ένα ορατό σημάδι (από τα πολύ λίγα που σώζονται) των διαδρομών που ακολουθούσαν οι άνθρωποι. Οι ντόπιοι βέβαια, αλλά και -στην περίπτωση αυτή- οι δυτικοευρωπαίοι ταξιδιώτες της εποχής της πρώτης, ηρωικής και ρομαντικής, «ανακάλυψης» της Ελλάδας. Ένα μνημείο που συμβολίζει ταυτόχρονα τον Ευρώτα, και τον δρόμο για τη Σπάρτη.

Σήμερα, υπάρχουν ταξιδιωτικά γραφεία που προτείνουν στους σύγχρονους τουρίστες γύρους της Ελλάδας «στα βήματα» των μυθικών πλέον μορφών εκείνης της εποχής, του Σατωμπριάν ή Φλωμπέρ.[26] Όμως το γεφύρι του Κόπανου, που θα μπορούσε να είναι ένα απτό ορόσημο αυτών των διαδρομών, είχε την ατυχία όχι μόνο να γκρεμιστεί αλλά και να χαθεί, κυριολεκτικά, να ξεχαστεί, μαζί με τον δρόμο και την ιστορία του.

* * *

Οι γέφυρες σε όλο τον κόσμο θεωρούνται πολύ σημαντικά μνημεία. Σας θυμίζω ότι, για παράδειγμα, πάνω σε όλα σχεδόν τα χαρτονομίσματα του ευρώ -αυτά τα αντικείμενα πόθου και μίσους- εικονίζονται γέφυρες. Οι μεγάλες και οι μικρές πόλεις της Ευρώπης έχουν τις γέφυρες σαν σύμβολα και τις προσέχουν ως κόρην οφθαλμού. Οι γέφυρες είναι εξαιρετικά σημαντικές, όσο βέβαια και τα ποτάμια. Θα λέγαμε ότι ο πολιτισμός μας φαίνεται σε μεγάλο βαθμό από το πως αντιμετωπίζουμε τα ποτάμια και τις γέφυρες. Εμείς εδώ στη Σπάρτη, έχουμε μυθικά ποτάμια, τον Ευρώτα και τους παραπόταμούς του, αλλά τα έχουμε για σκουπιδότοπους. Και τις γέφυρες;

Η γέφυρα του Κόπανου ήταν σίγουρα η πιο σημαντική πάνω στον Ευρώτα στα νεώτερα χρόνια, ίσως και η πιο γνωστή σε όλη την Πελοπόννησο. Αλλά στην περιοχή μας υπάρχουν, ή υπήρχαν, κι άλλα όμορφα γεφύρια.

18. Burton Holmes 1896

18. Το γεφύρι του Μιστρά το 1896 σε φωτογραφία του Αμερικανού φωτογράφου Burton Holmes.

Όπως, για παράδειγμα, το γεφύρι της εικόνας 18, το οποίο υφίσταται ακόμα, κατά κάποιον τρόπο, στον Μιστρά: είναι αυτό στην έξοδο του χωριού προς τον αρχαιολογικό χώρο. Λέω κατά κάποιον τρόπο, γιατί το έχουν τσιμεντώσει έτσι που δεν καταλαβαίνεις ότι είναι το ίδιο. Μόνο αν κατέβει κανείς κάτω, στην κοίτη του, μπορεί να το διαπιστώσει. (εικ. 19)

19

19. Το γεφύρι του Μιστρά σήμερα.

Στην περίπτωση λοιπόν αυτή, όπως και σε πολλές άλλες, δεν έχουμε απλά εγκατάλειψη, αλλά μια σκόπιμη καταστροφή. Και η ειρωνεία εδώ είναι ότι αυτή η καταστροφή έγινε (κάπου στη δεκαετία του 50) για να πηγαίνουν οι τουρίστες στον αρχαιολογικό χώρο του Μιστρά. Δηλαδή, για να «αναδείξουν» τα «αρχαία» καταστρέφουν μνημεία. Παρεμπίπτοντως, ας αναφέρω ότι μια ανάλογη καταστροφή έγινε την ίδια εποχή εκεί δίπλα, στη σημερινή πλατεία Παλαιολόγου, όπου υπήρχε μια πολύ όμορφη κρήνη, η οποία εξαφανίστηκε για να στηθεί μια -αρχικά πολύ άσχημη- προτομή του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου.

Όσον αφορά τη γνωστή «σιδερένια γέφυρα» του Ευρώτα, αν διαβάσει κανείς περιηγητές της εποχής, οι γνώμες τους ήταν συχνά αρνητικές. Σήμερα, βέβαια, 130 χρόνια μετά, είναι ένα πολύ σημαντικό μνημείο της τεχνικής της εποχής και της ιστορίας της πόλης, ενώ και από αισθητικής άποψης μας φαίνεται διακριτική. Ίσως και όμορφη, αν πιο πρόσφατα δεν της είχαν συμπεριφερθεί τόσο άθλια, καθώς είχαν τη φοβερή ιδέα να την «συμπληρώσουν», μετατρέποντάς την σε ρεύμα κυκλοφορίας, μέχρι που αφέθηκε να αχρηστευθεί τελείως.

Και το χειρότερο με αυτό είναι ότι σήμερα η ηγεσία της Περιφέρειας Πελοποννήσου το χρησιμοποιεί ως πρόσχημα για την κατασκευή μιας νέας «γέφυρας», στην πραγματικότητα ενός τείχους, που θα καταστρέψει την περιοχή του Ευρώτα που βρίσκεται ακριβώς δίπλα στη Σπάρτη. Εδώ έχουμε να κάνουμε όχι απλά με μια άσχημη γέφυρα, αλλά για την κατάργηση της έννοιας της γέφυρας, με την αντιμετώπιση του Ευρώτα σαν να είναι ένας ανισόπεδος κόμβος αυτοκινητόδρομου, σε οποιοδήποτε αδιάφορο σημείο. Πρόκειται πολύ απλά για τον βιασμό του ποταμιού και του τοπίου της Σπάρτης. Γενικότερα, η χάραξη των νέων δρόμων που ανοίχτηκαν, όπως ο αυτοκινητόδρομος Λεύκτρο-Σπάρτη (και ανεξάρτητα με το αν τους θεωρεί κάποιος αναγκαίους) έγιναν με πλήρη παραγνώριση της αξίας του Ευρώτα και της κοιλάδας του, περιβαλλοντικής, αισθητικής, αρχαιολογικής και ιστορικής. Γιατί; Επειδή, για να το πω χοντροκομμένα, αυτοί που κυβερνούν, που παίρνουν τις αποφάσεις (αλλά φοβάμαι και αυτοί που τους ψηφίζουν) δεν καταλαβαίνουν αυτή την αξία.

Το να γνωρίσουμε ένα μνημείο σαν το γεφύρι του Κόπανου, να μάθουμε την ιστορία που κουβαλάει, να το προστατέψουμε -ότι έχει απομείνει- να το αναδείξουμε, να το εντάξουμε σε διαδρομές όπου οι άνθρωποι θα μπορούν να χαίρονται το περιβάλλον χωρίς να το καταστρέφουν, είναι μια πράξη πολιτισμού. Που συμβάλει κι αυτή πιστεύω στο να γίνει η ζωή λίγο πιο ωραία, συμβάλει στην αναζήτηση ενός τρόπου ανάπτυξης πιο ανθρώπινου, πιο συμβατού με την ομορφιά της ζωής, αλλά τελικά και πιο αποτελεσματικό σε σχέση με αυτούς που μας οδήγησαν εδώ που έχουμε φτάσει.

* * *

Σημειώσεις

[1] Δημοσιευμένος στο: A. Jochmus, «Commentaries», Journal of the Royal Geographical Society, 27 (1857), σ. 34-53.

[2] W. Loring, «Some Ancient Routes in the Peloponnese», The Journal of Hellenic Studies, 15 (1895), σ. 25-89 (42).

[3] Chronique de l’expédition des turcs en Μorée 1715, attribuée à Constantin Dioikétès et publiée par Nicolas Iorga, Βουκουρέστι 1913, σ. 202-204.

[4] Το λεγόμενο pied de roi ήταν 324,839 mm.

[5] François René de Chateaubriand, Itinéraire de Paris a Jérusalem, et de Jérusalem a Paris: en allant par la Grèce et revenant par l’Egypte, la Barbarie et l’Espagne, Παρίσι: Le Normant, 1811

[6] Sir William Gell, Narrative of a Journey in the Morea, Λονδίνο 1823, σ. 354

[7] Ο βαρόνος Otto Magnus Stackelberg (1786-1837) είχε γεννηθεί στο Ταλίν της Εσθονίας και είχε σπουδάσει στη Γερμανία. Η αριστοκρατική οικογένειά του τον προόριζε για διπλωμάτη, αλλά όταν πήγε στην Ιταλία κατάλαβε ότι αυτό που ήθελε ήταν να ταξιδεύει, να ζωγραφίζει και να λατρεύει την τέχνη και την φύση.

[8] Από τo ταξίδι του στην Ελλάδα προήλθε το ποιητικό Ταξίδι της Ελλάδας που δημοσίευσε το 1828 (Pierre Lebrun, Le Voyage de Grèce. Poème, Παρίσι – Λειψία: Ponthieu et cie, 1828) αλλά και ένα ημερολόγιο που δημοσιεύτηκε το 1844 (Pierre Lebrun, «D’Athènes à Sparte», Œuvres, 2ος τόμος, Παρίσι: Perrotin, 1844, σ. 271-299).

[9] Lebrun, «D’Athènes à Sparte», σ. 282-283.

[10] Bory de Saint-Vincent, Expédition scientifique de Morée. Section de sciences physiques, 1ος τόμος: Relation, Παρίσι 1836.

[11] Edgar Quinet, De la Grèce moderne et de ses rapports avec l’antiquité, Παρίσι -Στρασβούργο: F. G. Levrault, 1830, σ. 126-127.

[12] Edgar Quinet, La Grèce moderne et ses rapports avec l’Antiquité; suivie du, Journal de voyage (inédit); introduction, επιμέλεια Willy Aeschimann και Jean Tucoo-Chala, Παρίσι: Belles Lettres, 1984, σ. 355.

[13] William Mure of Caldwell, Journal of a Tour in Greece and the Ionian Islands, Eδιμβούργο & Λονδίνο 1842, vol. I, σ. 230.

[14] Ludwig Ross, Reisen des Königs Otto und der Königinn Amalia in Griechenland, 2ος τόμος, Halle: Schwetschke 1848. σ. 17.

[15] Voyage de S.A.R. Monseigneur le duc de Montpensier à Tunis, en Egypte, en Turquie et en Grèce, album dessiné par M. de Sinety, … lithographié par Mrs Bayot, Dauzats, Guiaud, Mayer et Sabatier, Παρίσι: Arthus Bertrand, 1847.

[16] Antoine De Latour, Voyage de S.A.R. Monseigneur Le Duc de Montpensier à Tunis en Égypte, en Turquie et en Grèce, Παρίσι: A. Bertrand [1847], σ. 94-97.

[17] ποταμός στη Νορμανδία.

[18] Gustave Flaubert, Voyages, texte établi et présenté par René Dumesnil, 2ος τόμος, Παρίσι : Société Les Belles lettres, 1948.

[19] Henri Belle, «Voyage en Grèce, 1861-1868-1874», Le Tour du Monde, τόμοι 32, 33, 34, 35, 37 (1876-1879).

[20] Henri Belle, «Voyage en Grèce, 1861-1868-1874», Le Tour du Monde, 1878, σ. 320.

[21] Adolphe Laurent Joanne, Émile Isambert, Itinéraire descriptif, historique et archéologique de l’Orient, Παρίσι: Hachette, 1861.

[22] Léon Verhaeghe, Voyage en Orient 1862-1863, 1865 σ. 117.

[23] Francis Fox Tuckett, «An Ascent of Taygetus», Alpine Journal, vol. viii 1876-1878, σ. 320

[24] Daniel Baud-Bovy & Fred Boissonnas, En Grèce par monts et par vaux, Αθήνα-Γενεύη 1910.

[25] Daniel Baud-Bovy & Fred. Boissonnas, En Grèce par monts et par vaux, σ. 76.

[26] Βλ. για παράδειγμα στον ιστότοπο somewhereweknow.com προτάσεις όπως: «Two days cultural tour … through the journey of François-René de Chateaubriand», ή «Five days cultural tour … in the footsteps of Gustave Flaubert».

 

1 thoughts on “Το πέρασμα του Ευρώτα: μια ιστορία του γεφυριού του Κόπανου μέσα από αφηγήσεις και απεικονίσεις των περιηγητών

Σχολιάστε