Ο Ευρώτας στην πρώτη σελίδα (2): ένα άρθρο του 1840 και οι στίχοι του Παναγιώτη Σούτσου

ΣΟΥΤΣΟΣ Ευρώτας 1840 1

«Ο ποταμός Ευρώτας», Αποθήκη των ωφελίμων γνώσεων, Απρίλιος 1840, σ. 49-51.

Το περιοδικό Αποθήκη των ωφελίμων γνώσεων εκδιδόταν στη Σμύρνη από το 1837 ως το 1844, με πρωτοβουλία προτεσταντών μισσιονάριων. Ήταν το ελληνικό ανάλογο του επιτυχημένου βρετανικού περιοδικού Penny Magazine. Από εκεί –όπως έχουμε δει σε παλαιότερη ανάρτηση– προέρχεται το χαρακτικό που εικονίζει την παλιά τοξωτή γέφυρα του Ευρώτα (που είναι έργο του Stackelberg). Αλλά και το μεγαλύτερο μέρος του άρθρου είναι μετάφραση από το αντίστοιχο άρθρο του Penny Magazine. Έχει ωστόσο προστεθεί στην αρχή ένα ποίημα, χωρίς όμως να αναφέρεται το όνομα του ποιητή. Πρόκειται για ένα κομμάτι ενός μεγαλύτερου ποιήματος, γραμμένου από έναν από τους πιο γνωστούς Έλληνες ποιητές εκείνης της εποχής, τον Παναγιώτη Σούτσο, με τίτλο «Ο ερχομός του Όθωνος στην Ελλάδα, ή τα ερείπια της παλαιάς Σπάρτης», που είχε δημοσιευθεί -στην πρώτη του μορφή- στην εφημερίδα Ήλιος του Ναυπλίου τον Δεκέμβριο του 1833. Ένα ποίημα με πολύ έντονη την χαρακτηριστική ρομαντική μελαγχολία, εμπνευσμένο κυρίως από το διάσημο Οδοιπορικό του Σατωμπριάν. Επίσης, στο τέλος του άρθρου έχει προστεθεί μια μικρή αναφορά στην πρόοδο της νεοσύστατης Νέας Σπάρτης (η οποία δεν είχε ακόμα ιδρυθεί το 1833, όταν δημοσιεύτηκε το άρθρο του Penny Magazine).

ΣΟΥΤΣΟΣ Ευρώτας 1840 2

ΣΟΥΤΣΟΣ Ευρώτας 1840 3

Παραθέτω του στίχους του ποιήματος του Σούτσου για ευκολότερη ανάγνωση:

Kύλλα, της Σπάρτης ποταμέ, τα ρεύματά σου κύλλα!

Eις τον αφρόν σου τα ωχρά και μαραμένα φύλλα

Tου κρύου φθινοπώρου

Mε σιωπήν ακολουθούν το βροντερόν σου κύμα·

Kαθώς αυτά, σ’ακολουθώ σιωπηλός, με βήμα

Θρηνούντος οδοιπόρου.

Που είν’Eυρώτα οι καιροί εκείν’ οι δοξασμένοι,

Ως κύκνος, όταν έπαιζεν η θαυμαστή Eλένη

στα κρύσταλα νερά σου,

Kαι με τον Aγησίλαον ο ήρως ο Θηβαίος

Oπόταν ηγωνίζετο ακούραστος, δρομαίος

Ωσάν τα ρεύματά σου;

Hχώ αρχαία δεν λαλεί την σήμερον καμμία.

Kατήφεια και σιωπή και θλίψις κ’ ερημία

την όχθην σου κατέχει,

Kαι άλλο δεν ακούγεται παρά των καλαμώνων

O συριγμός, και η βοή του κύματός σου μόνον,

οπού βροντά και τρέχει.

Nα του Λυκούργου η πατρίς, η γη των αθανάτων,

H γη μεγάλων πράξεων, μεγάλων ονομάτων!

Ώ της Πελοποννήσου

Bασίλισσα! ώ Σπάρτη μου! σ’ ασπάζομαι με σέβας,

K’ εγγίζουσα τους πόδας μου με πυρπολεί τας φλέβας

Η γηραλέα γη σου.

Θρηνώδης θέα!.. σκέλεθρον της γης η πρώτη χώρα·

Kαι εις το κενοτάφιον του Λεωνίδου τώρα

Mανδρίζονται οι βόες·

Tου Kλεομένους, σπήλαιον, ή αχυρών ο οίκος·

Kαι τα θηρία κατοικούν η λέαινα, ο λύκος,

όπου οι πρώτοι νόες.